Κυριακή 29 Απριλίου 2018

The Dead Ends, Vaulter @ 28.4.18 Death Disco


Θα ήταν πολύ παράξενο να μην παρακολουθήσω το live των The Dead Ends στο Death Disco. Εφόσον οι Καβαλιώτες βγήκαν σε μίνι περιοδεία στην χώρα, και με έναν δίσκο εκπληκτικής ψυχεδελικής ροκ στις αποσκευές τους (θυμηθείτε εδώ το review) ήταν υποχρέωση αλλά και τεράστια ανάγκη μου να παραβρεθώ.
Πρώτη μου φορά στο Death Disco στου Ψυρρή, ένα goth club που φιλοξενεί όμως και επιλεγμένα σχήματα για live εμφανίσεις.
Στο σκοτεινό, κατάμαυρο και με κόκκινα φώτα club, οριακά διψήφιος αριθμός θεατών, παρακολουθεί τους Vaulter. Οι Αθηναίοι παίζουν ένα αμάγαλμα grunge/punk/blues  που δεν είναι εύκολο να κατηγοριοποιηθεί. Αυτό φυσικά είναι καλό γιατί θεωρητικά θα ξεχωρίσουν, και τους το εύχομαι, δεν είναι όμως και εύκολο άκουσμα για το κοινό της Ελληνικής ροκ σκηνής που στην παρούσα φάση διψάει για stoner και ψυχεδέλεια.
 Με καλό ήχο, τα κατά βάση κιθαριστικά κομμάτια από το demo τους (και το επερχόμενο πρώτο άλμπουμ) κέρδισαν το χειροκρότημα, ενώ παρατήρησα ότι  η χροιά της φωνής του τραγουδιστή και κιθαρίστα τους, μου έβγαζε μια Βρετανίλα. Αποστολή εξετελέσθη. Το live “άνοιξε” με όμορφο τρόπο και σε 5 μόλις λεπτά οι The Dead Ends ήταν έτοιμοι να αποδείξουν γιατί είναι η ελπίδα της νεοψυχεδέλειας στην Ελλάδα. Και το κατάφεραν πανηγυρικά μπροστά σε μόλις 50 ανθρώπους, σε ένα από τα πιο τίμια live που έχω παρακολουθήσει τα τελευταία χρόνια. 
Παίζοντας για περίπου 1μιάμιση ώρα, ολόκληρο το ντεμπούτο τους και κάποιες διασκευές, οι The Dead Ends είχαν φανταστικό ήχο (τα όποια μικροπροβλήματα στην αρχή ουσιαστικά δεν έφτασαν ποτέ στα αυτιά μας) και όλη την διάθεση να μας ταξιδέψουν. Πολύχρωμες εκρήξεις και liquid visuals απλώθηκαν στην σκηνή, ολοκληρώνοντας την εμπειρία, ενώ οι The Dead Ends με έκαναν να αναρωτιέμαι: Ποιος είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής του συγκροτήματος; Και η απάντηση είναι και οι τρεις! Ο Δημήτρης Αποστολίδης με την γλυκιά χροιά της φωνής του και το δυναμικό του παίξιμο στα ντραμς, ο Γιώργος Σεχλίδης κάνει δουλειά για 2 παίζοντας πλήκτρα και μπάσο (στα πλήκτρα) συμμετέχοντας και με φωνητικά, ενώ ο Σείριος Σαββαίδης στις κιθάρες και τα φωνητικά, συμπληρώνει ιδανικά το συγκρότημα με την κάπως μυστηριώδη παρουσία του.
 Η εμφάνιση ήταν άψογη, τα highlights αρκετά (“Ludomania”, “Black Kiss” και η μαγική τριάδα του φινάλε: “Bardo”, η διασκευή στο “Far Away” του J. Gonzales με φωνητικά από τον Σείριο, “Peter 2:18”), το σημαντικότερο ήταν όμως η κλιμάκωση του χειροκροτήματος του κοινού. Ξεκίνησε χαλαρό και  κατέληξε εγκάρδιο και ρυθμικό να ζητάει “Κι άλλο!”. 
 Η παρέα των τριών Καβαλιωτών σε αντίθεση με την επιλογή του ονόματος του συγκροτήματος, κατέχει το παρελθόν (The Doors, Pink Floyd, κα), κέρδισε το παρόν (με το εκπληκτικό θα το ξαναπώ ντεμπούτο “The deeper the dark the brighter we shine”) αλλά το κυριότερο, έχει σπουδαίο μέλλον (με τέτοιες εμφανίσεις).
Έως την επόμενη φορά!

Κυριακή 22 Απριλίου 2018

Naxatras, Supersoul @ 21.4.2018, Gagarin


Οι Supersoul ανέβηκαν στη σκηνή στις 9.30, με το σήμα τους να φωτίζει το background της σκηνής του Gagarin, αποφασισμένοι να πάρουν κεφάλια με την τιμή που τους έγινε να ανοίξουν σε αυτό το πρώτο μεγάλο live των Naxatras. Το Αθηναϊκό τρίο παίζει heavy blues rock, που ενίοτε θυμίζει Black Keys, είναι όμως πιο βαρύ και έχει βάσεις στα 70’s blues rock. Χωρίς να έχω ακούσει το “Faith Bender” ντεμπούτο τους (το οποίο θα γίνει σύντομα) και λόγω του μέτριου ήχου, θα έλεγα πως εάν οι Whitesnake ήταν τρίο και έπαιζαν stoner, κάπως έτσι θα ακούγονταν. 
Για την ακρίβεια o Coverdale είναι μελαχρινός μουσάτος και παίζει κιθάρα (!), ένας υπερκινητικός μπασίστας τύπου Duff Mckagan βαράει ανελλιπώς, ενώ ο ντράμερ  μασάει τα σίδερα (το έχω ξαναγράψει άλλη μια φορά αυτό και το εννοώ!), και έτσι έχετε μια ολοκληρωμένη εικόνα.
Δυναμικοί στη σκηνή, οι Supersoul ήταν ένα ευχάριστο άνοιγμα, σε ένα σχεδόν γεμάτο Gagarin, το οποίο μέχρι τις 10:30 που ανέβηκαν οι Θεσσαλονικείς είχε γεμίσει ασφυκτικά (πιστεύω ότι έγινε sold out!). Ακομπλεξάριστοι, τρία απλά παιδιά με τα t-shirt τους, ξεκίνησαν να παίζουν το “You wont be left alone” από το νέο τους άλμπουμ “ΙΙΙ”, μόλις λίγα λεπτά αφού πρόβαραν τα όργανά τους. Το νέο τους άλμπουμ είχε την τιμητική του (το έχω λιώσει και το θεωρώ από τις καλύτερες κυκλοφορίες της χρονιάς) , και μάλιστα στην ολότητά του, ενώ φυσικά ακούστηκαν και παλαιότερα τραγούδια τους όπως το “The sun is burning” και το θρυλικό πλέον “I am the Beyonder” στο encore.
Η εμφάνιση των Naxatras ήταν υπερχορταστική και με έκανε να διαπιστώσω τρία πράγματα:
1. Είναι εκπληκτικά δεμένοι
2. Είναι τόσο καλοί μουσικοί  και τόσο εξαιρετικές οι συνθέσεις, που εάν απομονώσεις κάθε όργανο, μπορείς κάλλιστα να το απολαύσεις μόνο του σε όλη την διάρκεια ενός τραγουδιού.
3. Ατάκα Βαγγέλη: “Παίζουν 4 είδη μουσικής: stoner, ψυχεδέλεια, classic rock και doom!”.
Εντυπωσιάστηκα που επέλεξαν να παίζουν ακόμη και τα πιο coolWhite Morning” και “Spring Song” από το τελευταίο τους άλμπουμ, με τη συνδρομή του Φίλωνα στη δεύτερη κιθάρα, ενώ τρομερά ταιριαστή ήταν και η παρουσία της χορεύτριας Ρωξάνης στο “Garden of the senses”! Πανέμορφα τα διαγαλαξιακά, ψυχεδελικά visuals που προσέδιδαν την κατάλληλη ατμόσφαιρα σε όλη την διάρκεια του live και μας ταξίδευαν.
Το κοινό ανταποκρίθηκε, οι Naxatras το απόλαυσαν και σίγουρα η δύναμη και η επιρροή τους μεγάλωσε.
Άκρως επιτυχημένο live!

Παρασκευή 20 Απριλίου 2018

Τετάρτη 18 Απριλίου 2018

Departures / Okuribito (2008) Drama




Η αποτυχημένη μουσική καριέρα του τσελίστα Daigo, θα τον οδηγήσει πίσω στην κωμόπολη όπου γεννήθηκε, όπου και θα ξεκινήσει να εργάζεται σε ένα γραφείο κηδειών. Για την ακρίβεια θα ξεκινήσει ως βοηθός “ενταφιαστή”, ο άνθρωπος δηλαδή που προετοιμάζει το νεκρό για την αναχώρησή του.
Το “Departures” κέρδισε δίκαια το Όσκαρ ξενόγλωσσων ταινιών το 2008. Ξεκινάει ως μια πικρή κωμωδία και καταλήγει να είναι μια συγκινητική σπουδή στη ζωή και το θάνατο. Ο Daigo θα γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του, την αρραβωνιαστικιά του και θα συμφιλιωθεί με το παρελθόν του. Το νέο του επάγγελμα παρόλο που θεωρείται υποτιμητικό, θα τον κάνει να εκτιμήσει τη ζωή και σταδιακά θα απoκτήσει την εμπειρία και τον σεβασμό των οικογενειών των εκλιπόντων. Η ταινία είναι ένα οπτικό ποίημα, με φοβερή μουσική από τον Joe Hisaishi, και κάνει τον ήρωα αλλά και τον θεατή να αγαπήσει τον τελετουργικό του αποχαιρετισμό των νεκρών. Αποτελεί μια από τις πιο όμορφες αναμνήσεις για τους ανθρώπους που μένουν πίσω και ουσιαστικά είναι η προετοιμασία για ένα νέο ταξίδι.

Το “Departures” δεν εκβιάζει την συγκίνηση. Η δύναμη των εικόνων, των προσώπων και η ευγένεια που διαχέεται στην όλη διαδικασία, αλλά το κυριότερο ο σεβασμός και το ήθος που αποπνέει ο γιαπωνέζικος λαός γενικότερα, θα σας κάνουν να δακρύσετε κάμποσες φορές.
Death is not the end.

8,5/10